Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Επιχειρηματικότητα από τα κάτω: τα αφεντικά στην επίθεση



Τέτοιους Φίλους, 2009 ~ Τάκι τσαν

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εργασιακή διένεξη στο εστιατόριο "μπούκα":
πρώτο κείμενο εργαζομένων και απάντηση του εργοδότη (προτεινόμενη μουσική υπόκρουση άνωθεν):
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1274383
δεύτερο κείμενο της συνέλευσης των εργαζομένων:
http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1278659

Όλο κι εντονότερα, στοιχεία που δημιουργήθηκαν σε περασμένους ταξικούς αγώνες, -πολιτικές ταυτότητες και ιδεολογίες, προλεταριακές συμπεριφορές κι αξίες- αποικιοποιούνται απ' το κεφάλαιο, εκκενώνονται απ' το περιεχόμενο των σχέσεων ταξικής ενότητας κι αγώνα που τα συνέθεταν και ξαναγεμίζουν με όλη την μπόχα της "αυτοδημιούργητης" και μαγκιώρικης επιχειρηματικότητας, της οικονομίας του περιθωρίου, που σε συνθήκες κρίσης θα γίνεται ολοένα και λιγότερο περιθωριακή.

Το μόνο που μένει ανέπαφο είναι το σάπιο κουκούλι τους, διατηρημένο στη φορμόλη για τις ανάγκες του θεαματικού μάρκετινγκ. Μέσα του βρίσκονται ανέπαφες οι ίδιες σχέσεις εκμετάλλευσης και κυριαρχίας που απαντώνται πια παντού. Ιδιαίτερα εκεί όμως, αποκαλύπτεται η πραγματική φύση τους.

Σάββατο 12 Μαρτίου 2011

Αναρχικές έχεις ιδέες, θέλεις κελλί σωφρονιστικό




Σάπια βίδα, 1982 ~ Μουσική: Γιώργος Κατσαρός, Τραγούδι: Κώστας Γανωτής (για την επική ταινία Φυλακές Ανηλίκων)

Prison industry complex

Με τον όρο αυτό περιέγραψε αρχικά η Angela Davis (1997) τη γεωμετρική άνοδο του αριθμού των φυλακισμένων στις ΗΠΑ, υπό την επιρροή (λόμπυ) εταιριών που κερδοσκοπούν πάνω στην καταναγκαστική εργασία των φυλακισμένων. Οι Ηνωμενες Πολιτείες διατηρούν τον μεγαλύτερο αριθμό φυλακισμένων στον πλανήτη (και στην Ιστορία), με πάνω από 2,5 εκατομμύρια (ή 1 στους 100 κατοίκους της χώρας αν προτιμάτε), κατά κύριο λόγο μαύρους ή λατιναμερικάνους προλεταρίους. Οι σχετικές εταιρίες (κατασκευαστικές, υπηρεσιών ασφαλείας, τροφίμων, στρατός κλπ) έχουν βρει σ' αυτούς μια τρομερά εκμεταλλεύσιμη/κερδοφόρα παραγωγική δύναμη, καθώς όλοι τους εργάζονται full-time, δε φτάνουν ποτέ καθυστερημένοι στη "δουλειά", δεν έχουν άδειες, αργίες ή οποιοδήποτε εργασιακό δικαίωμα και φυσικά, αν δεν τους αρέσουν τα 25 σεντς την ημέρα κι αρνηθούν να δουλέψουν, η διεύθυνση των φυλακών τους στέλνει στην απομόνωση. Πρόκειται για τη γρηγορότερα αναπτυσσόμενη μορφή επιχειρηματικότητας στις ΗΠΑ, απ' τις λίγες παραγωγικές βιομηχανίες που δεν μετανάστευσαν για Κίνα (μισθοί: ~1 δολλάριο την ημέρα). Σήμερα φτάνει να προμηθεύει το 96-100% ειδών για τις στρατιωτικές ανάγκες της χώρας, 36% των οικιακών συσκευών, 21% των εξοπλισμών γραφείων της χώρας κλπ. Έτσι, δε θα πρέπει να κάνει εντύπωση πως παρά το γεγονός ότι οι επίσημοι δείκτες της "εγκληματικότητας" παρουσιάζουν σαφή μείωση, ο αριθμός των φυλακισμένων έχει πενταπλασιαστεί τα τελευταία 20 χρόνια, ενώ αναμένεται να αυξηθεί ακόμα περισσότερο. Ο πληθυσμός αυτών των νέων εγκλείστων, συνίσταται σε μεγάλο βαθμό σε μη-βίαια πλημμελήματα (90%) κυρίως κατοχή μικροποσοτήτων ναρκωτικών, μακρόχρονες προφυλακίσεις (πάνω από τα 2/3 δεν έχουν ακόμα δικαστεί), ενώ εκτεταμένες ποινές αποδίδονται σε άτομα των προς καταστολή κοινοτήτων (μαύροι, λατίνος, ινδιάνοι κλπ). Έτσι, υπό την πίεση του λόμπυ των εταιριών που κερδοσκοπούν απ' την εργασία των φυλακισμένων, έχουμε:

1. Μεγαλύτερες ποινές, εξάντληση προς τα πάνω των νομικών ορίων
2. Ψήφιση νέων νόμων που επιφέρουν μεγαλύτερες ποινές για ήδη υπάρχουσες παράνομες πράξεις ή που καθιστούν παράνομες, πράξεις και συμπεριφορές που δε τιμωρούνταν ως τώρα
3. Καθιέρωση της υποχρεωτικής εργασίας για τους κρατουμένους, διαφορετικά αυτοί κρίνονται ως μη συνεργάσιμοι και υφίστανται πειθαρχικά και απομόνωση
4. Αμοιβαίο όφελος της "ιδιωτικής πρωτοβουλίας" με την κρατική καταστολή, αφού το (ολοένα και αυξανόμενο σε συνθήκες κρίσης) περισσευούμενο (κατ' αρχήν απ' την εργασία και τον πειθαρχικό της κοινωνικό ρόλο) και επικίνδυνο για την καπιταλιστική (ανα)παραγωγή κομμάτι του προλεταριάτου εξαφανίζεται απ' την κοινή θέα (ένα 16% των εγκλείστων πρόκειται για "διανοητικά διαταραγμένους"), και μάλιστα στήνεται πάνω του μια εξαιρετικά κερδοφόρα για το κεφάλαιο παραγωγή.

The αναρχοprison industry complex

Ο αντίκτυπος του καθυστερημένου ξεσπάσματος της κρίσης το 2009 στην Ελλάδα, δεν ήταν τόσο έντονος στον αριθμό των "κοινών" κρατουμένων, που έχουν προσωρινά αποθαρρύνει με τους αγώνες τους των τελευταίων χρόνων μια τέτοια προοπτική. Αντίθετα, ο αριθμός των "πολιτικών" κρατουμένων εκτινάχθηκε κάπου γύρω στους 40 (αν συνυπολογίσουμε μάλιστα και τους πολιτικοποιημένους που καταδικάζονται για κοινές υποθέσεις σε βαρύτερες ποινές για τον λόγο αυτό, τότε ξεπερνούν αυτό το νούμερο). Η αύξηση αυτή είναι αποτέλεσμα μιας νέας φάσης της καταστολής: Στις περισσότερες περιπτώσεις, έχουμε να κάνουμε με πρωτοβουλιακές επιθέσεις του κατασταλτικού μηχανισμού, όπως αιφνιδιαστικές συλλήψεις χωρίς να προηγηθεί κάποιο "χτύπημα", συλλήψεις-"γκάφες" χωρίς ενοχοποιητικά στοιχεία "βάσει προσωπικών ή πολιτικών σχέσεων" και στη συνέχεια προφυλακίσεις χωρίς απαραίτητα συσχέτιση με μια συγκεκριμένη ποινική πράξη. Οι συλληφθέντες δικάζονται και καταδικάζονται με συνοπτικές διαδικασίες στα έκτακτα δελτία ειδήσεων, μεγάλο μέρος τους σε σχέση με κάποια απ' τις ένοπλες ή μισοένοπλες οργανώσεις που συγκροτήθηκαν τα τελευταία χρόνια και τέθηκαν στο επίκεντρο της δημοσιότητας μετά τον Δεκέμβρη του 2008. Η σημερινή επιθετική στάση της καταστολής βρίσκεται φαινομενικά σε αντίθεση με την περισσότερο αμήχανη (ή μάλλον υπομονετική) στάση που κράτησε τότε το μεταδεκεμβριανό Κράτος, αφήνοντας τις οργανώσεις αυτές να ξεσαλώσουν, αποδίδοντας τηλεοπτικά στην ασυναρτησία τους το θέαμα της προλεταριακής βίας που ήθελε να ξορκίσει, με τρόπο ώστε να την καθιστά αποκρουστική, αποξενωτική. Άλλη περισσότερο, άλλη πιο διστακτικά, οι οργανώσεις αυτές το πίστεψαν και ανέλαβαν με τη σειρά τους έναν τέτοιο ρόλο ειδικού της βίας (βλ. για παράδειγμα τις αναλήψεις εκείνης της περιόδου με τις μομφές στους εξεγερμένους ότι είτε δεν ήταν αρκετά βίαιοι, είτε γύρισαν σπίτια τους κλπ).

Η νέα φάση της καταστολής, ξεδιπλώνεται πάνω στην ήττα που υπήρξε ο φιλοενοπλισμός, πατώντας στο μούδιασμα της πολιτικής και συναισθηματικής απόστασης, κάτι που εξηγεί σ' έναν βαθμό και την τεράστια ευκολία να προφυλακιστεί σήμερα ο οποιοσδήποτε ασυζητητί, απ' τη στιγμή που θα του αποδωθούν κατηγορίες για συμμετοχή σε κάποια απ' τις οργανώσεις του ενόπλου -ακόμα και χωρίς να χρειαστεί να κατονομαστεί αυτή ή ο βαθμός συμμετοχής του. Ωστόσο, είναι λάθος να θεωρηθεί ότι έρχεται και ως αποτέλεσμα μιας τέτοιας δραστηριότητας. Η νέα φάση της καταστολής απαντάει στη βαθύτερη ανάγκη του Κεφαλαίου για παρανομοποίηση του περισσευούμενου κι επικίνδυνου για την αναπαραγωγή του, κομματιού του προλεταριάτου. Μια τέτοια διαδικασία διεξάγεται σήμερα με πιλοτικό τρόπο εναντίον του αναρχικού χώρου, προβάροντας κάποιας μορφής "ιδιώνυμο" για τους σύγχρονους "επιδιώκοντες την εφαρμογήν ιδεών εχουσών ως έκδηλον σκοπόν την δια βιαίων μέσων ανατροπήν του κρατούντος κοινωνικού συστήματος". Οι τακτικές που ως τώρα είδαμε, για παράδειγμα οι συλλήψεις-σκούπες σχετικών και μη για μια υπόθεση, που έχουν ήδη επιδείξει την επιτυχημένη διαβρωτική τους δύναμη, μέλει να οξυνθούν όσο διευρύνεται το φάσμα των συλληφθέντων: το πραγματικό πανηγύρι θα είναι όταν άτομα που θα αναλαμβάνουν ευθύνες, απλοί συμπαθούντες, πολιτικά διαφωνούντες, αλλά και άσχετοι με τα κινηματικά πράγματα, δεξιοί κλπ θα βρεθούν κατηγορούμενοι μαζί για κάποια οργάνωση. Όσο κι αν φαίνεται αλλοπρόσαλλο, μια τέτοια εξέλιξη δεν είναι ολότελα απίθανη, καθώς όσο βαθαίνει η καπιταλιστική κρίση, ολοένα και μεγαλύτερα κοινωνικά κομμάτια θα νιώθουν την ανάσα της καταστολής στο σβέρκο τους (Ήδη μια τεράστια και φαινομενικά διαταξική κοινωνική ομάδα όπως οι καπνιστές έχουν τυπικά παρανομοποιηθεί, σ' ένα τεράστιο κοινωνικό πείραμα με συμπεράσματα που δύσκολα θα μείνουν αναξιοποίητα).

Έχει λοιπόν τεράστια σημασία να εξετάσουμε ποιά ήταν η αντίδραση του αναρχικού χώρου απέναντι στην τρέχουσα διαδικασία παρανομοποίησής του. Ένα κομμάτι του δεν καταλαβαίνει, ή κάνεις πως δεν καταλαβαίνει και συνεχίζει στα παλιά μοτίβα: υποστήριξη των φυλακισμένων στη βάση της συνάφειας με τον λόγο ή τις κατηγορίες, της επίκλησης μιας κοινής αναρχικής ταυτότητας, της καταγγελίας των αστυνομικών σκευωριών και "γκαφών" κοκ, γινόμενο έτσι γρήγορα γραφικό, συντεχνιακό κι αυτοκαταναλούμενο, άνευ πρακτικής αξίας. Υπάρχει ακόμα μια τάση για ένα κεντρικό όργανο αλληλεγγύης, που ανταποκρίνεται μεν σε υπαρκτές ανάγκες και απαντά με τον τρόπο του σε προβλήματα πρακτικής υποστήριξης κι επικοινωνίας μεταξύ φυλακισμένων και αλληλέγγυων. Ωστόσο, η δημιουργία κεντρικού οργάνου ανταποκρίνεται σ' ένα κόμμα, με μέλη κλπ, διαφορετικά δεν υπάρχει λόγος να συγκεντρωθεί σε μια δομή και να μεσολαβηθεί απ' αυτήν η φυσική αλληλεγγύη που ούτως ή άλλως αναπτύσσεται μεταξύ των ομάδων και ατόμων ενός επαναστατικού κινήματος. Αυτή δηλαδή η κομματική λειτουργία χωρίς κόμμα, γίνεται μια αντίφαση που γρήγορα παλινδρομεί στην προηγούμενη κατάσταση, όταν τίθεται ενώπιον του προβλήματος του τί είναι τελικά αυτή και ποιοί ακριβώς αποτελούν αντικείμενό της (βλ. για παράδειγμα αυτό το γράμμα: http://athens.indymedia.org/front.php3?lang=el&article_id=1270256).

Η μεσολάβηση της αλληλεγγύης από την οικονομία, είναι σ' έναν βαθμό αναπόφευκτη, καθώς το ελληνικό κράτος μπορεί να μην έχει καθιερώσει ακόμα την καταναγκαστική εργασία των φυλακισμένων (αν και πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν για τον ρόλο του ευνοϊκού μέτρου των αγροτικών φυλακών και των μεροκαμάτων), ωστόσο η επιβολή εξοντωτικών χρηματικών ποινών-εγγυήσεων (για παράδειγμα: 40.000 στους δυο συλληφθέντες της πορείας της 16/2 στο Ηράκλειο, μετά από αιφνίδια εκκένωση κατάληψης απ' την αστυνομία) έχει δημιουργήσει μια φάμπρικα αλληλέγγυας κατανάλωσης, καθώς αυτοδιαχειριζόμενα πάρτυ, συναυλίες και ολόκληρα καφενεία στήνονται πάνω στην ανάγκη για χρήματα.

Κατ' αυτόν τον τρόπο, αφενός η αλληλεγγύη (μετρημένη σε κουτάκια μπύρας;) ενθαρρύνει και μεσολαβείται από έναν εναλλακτικό καταναλωτισμό στο όνομα των πολιτικών κρατουμένων, ο οποίος όσο θα σκληραίνει η καταστολή αυξάνοντας ποινές και εγγυήσεις θα τείνει να μονοπωλήσει κάθε άλλη έκφραση αλληλεγγύης, η οποία "δε θα φέρνει τα αποτελέσματα", και το εναλλακτικό-αλληλέγγυο εμπόρευμα θα κατακλύσει κάθε σχετική δραστηριότητα. Ακόμα χειρότερα, στο όνομα των πολιτικών κρατουμένων, και της συναισθηματικής φόρτισης μιας τέτοιας επίκλησης, συσκοτίζεται το ουσιαστικό ζήτημα των καπιταλιστικών σχέσεων. Συγκεκριμένα, τυχαίνει τοπική βιομηχανία άγριας εκμετάλλευσης κακοπληρωμένης εργασίας, με ιστορικό θανάσιμων "εργατικών ατυχημάτων", προϊόντα της οποίας διατίθενται και σε χώρο όπου κατά τα άλλα διέπεται απ' τις αρχές της αυτοδιαχείρισης, της αντιεμπορευματικότητας, της αλληλεγγύης. Ασφαλώς, ένα μέρος της υπεραξίας αυτών πηγαίνει σε πολιτικούς κρατουμένους ή άλλους ευγενικούς σκοπούς, ωστόσο τίθεται ένα ζήτημα: κατά πόσο στο όνομα των σκοπών αυτών είναι θεμιτό να τίθεται σε δεύτερη μοίρα η ίδια η ύπαρξη του καπιταλισμού, της μισθωτής εργασίας, των εμπορευματικών σχέσεων;

Γιατί, αν το βρίσκουν θεμιτό να πουλάνε οι θιασώτες της αυτοδιαχείρισης ένα (λιγότερο ή περισσότερο αιματοβαμμένο) καπιταλιστικό προϊόν του οποίου απλά την υπεραξία που τους αναλογεί δεν οικειοποιούνται οι ίδιοι -όντας υπεράνω χρημάτων- αλλά διαθέτουν σε φιλανθρ... επαναστατικούς σκοπούς, τότε μάλλον αυτό λέει πολλά και για τον τρόπο που αυτές οι ευγενικές ψυχές έχουν στο μυαλό τους την επανάσταση αλλά και τον ρόλο των ιδίων σε μια τέτοια. Φυσικά, καθώς η ανάγκη για χρήματα είναι επιτακτική, αυτές οι δομές θα χουν με το μέρος τους όλο το αυτονόητο της αναγκαιότητας αυτής, και της αναμφισβήτητης προσφοράς και αυτοθυσίας των μελών τους στον σκοπό. Ωστόσο, το ότι ο αναρχικός χώρος απάντησε μ' αυτόν τον τρόπο στην νέα φάση της καταστολής δεν ήταν κάτι ιστορικά αναπόφευκτο (θα μπορούσε να αρνηθεί να καταβάλλει εγγυήσεις, να, να...). Υπήρχε από πίσω μια ολόκληρη κουλτούρα (αυτο-οργάνωσης της αλλοτρίωσης) με το ανάλογο δίκτυο σχέσεων και διαχωρισμών, που συγκρότησαν μια τέτοια απάντηση απ' αυτόν τον χώρο. Ωστόσο, μόλις λίγα χρόνια πριν και παράλληλα μ' αυτήν, τα πάρτυ στα πανεπιστήμια μετατρέπονταν σε ορμητήρια μικρο-ταραχών, ο νομικισμός της Αριστεράς δεχόταν την πιο δριμεία κριτική, και όλα τα μέσα της αλληλεγγύης επιστρατεύονταν, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία, στην υποστήριξη ενός φυλακισμένου. Δηλαδή στην άσκηση πίεσης για την απελευθέρωσή του ή την ελαχιστοποίηση της ποινής, και την επικοινωνία του επαναστατικού περιεχομένου της δράσης του. Αυτοί οι τρόποι, δούλεψαν σ' έναν βαθμό στην προηγούμενη φάση της καταστολής, καθώς βασίζονταν συνήθως σε μακροχρόνιες προσωπικές σχέσεις που γεννήθηκαν σε κοινά επαναστατικά εγχειρήματα. Αν ήταν επιτυχημένοι δηλαδή σ' έναν βαθμό, η επιτυχία τους οφείλεται στο ότι συνιστούσαν μια κοινότητα (δυνητικά επεκτεινόμενη στον βαθμό που προεκτείνονται οι προσωπικές σχέσεις των μελών της, οι ίδιες σχέσεις δηλαδή που σήμερα τεστάρεται η ποινικοποίησή τους). Αυτό δε γράφεται ως προτροπή για μια επιστροφή στην προ της κρίσης κατάσταση, αλλά ως διαπίστωση ότι:

Καμμιά απάντηση στην νέα φάση της καταστολής (ούτε καν στις οικονομικές συνέπειές της) δεν μπορεί να δωθεί χωρίς να βρεθούν πρώτα οι νέες κοινότητες αγώνων που αντιστοιχούν σ' αυτήν τη φάση της καπιταλιστικής κρίσης. Κι αυτές δεν μπορεί πια να είναι οι παλιές πολιτικές ταυτότητες της προ της κρίσης καθημερινότητας.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2011

Cop Killaz και ο Κ. Μαρξ για το gangsta rap



Petit Frère, 1998 ~ IAM (στίχοι)

Με αφορμή την πρόσφατη καταδίωξη στου Ρέντη όπου αστυνομικοί της διασ έχασαν τη ζωή τους αποκτώντας νέες τρύπες -κάτι που θα τους έκανε αναμβίφολα ωραίους σαν τα ντόνατς που τρώνε στις χολυγουντιανές παραγωγές που έχουν γαλουχήσει μια ολοκληρη γενιά ανταρτών- είναι χρήσιμο να κάνουμε ορισμένες παρατηρήσεις:

Η επίδειξη ευστοχίας των -κατά τα φαινόμενα- φορέων της παράνομης οικονομίας σε αντίθεση με τους ομολόγους τους της παράνομης πολιτικής βγάζει μάτι. Μακράν του να αποτελεί τυχαία διαπίστωση, τίθεται ενώπιον μιας υπαρκτής υπεροχής της πρώτης σε κάθε τομέα που η τελευταία επέλεξε να οικοδομηθεί: μυθοποίηση της βίας, της παρανομίας (και της γοητείας αυτής), της στρατιωτικοποίησης της αντιπαράθεσης με τις αρχές και λοιπών καταφυγίων των (πάνω απ' όλα) ατόμων που διαθέτουν είτε τα αρχίδια είτε τις εξεγερμένες συνειδήσεις (ανάλογα με την μυθολογία που προτιμάτε). Η σκανδαλώδης άνεση της παράνομης οικονομίας να κάνει πράξη αυτά που οι οπαδοί της παράνομης πολιτικής ονειρεύονται, είναι τέτοια που τους παραλύει: ενδεικτικά, η μόνη ανοιχτή και πρακτική αποκήρυξη του εθνικού πένθους ήλθε απ' τον χώρο των οπαδών.

Κοινή συνισταμένη των άνωθεν χώρων (των classes dangereuses του L. Chevalier) μια θέληση ατομικής άρνησης της συνθήκης που οι λιγότερο αφελείς προλετάριοι αναγνωρίζουν ως γενικότερη αντίφαση, όπως προκύπτει απ' την υπαγωγή τους στην μισθωτή εργασία, δηλαδή στο κεφάλαιο. Άρνηση της μισθωτής εργασίας είτε με την πιο ριψοκίνδυνη αλλά άμεσα αποδοτική και λιγότερο ρουτινιάρικη παράνομη οικονομία, είτε με την χαμηλής έντασης εκμετάλλευσης-αλλοτρίωσης μισο-αυτοδιαχειριζόμενη οικονομία του πολιτικού χώρου.

Πρόκειται για την ίδια προβληματική του gangsta rap, τον καπιταλισμό των γκέττο, όπου μια φυγή προς τα πάνω απ' την μίζερη κατάσταση της μισθωτής εργασίας ή ακόμα χειρότερα της ανεργίας, προβάλει ως βιώσιμη λύση για τους προλεταρίους, στο εδώ και τώρα -σε αντίθεση δηλαδή με τους ρομαντικούς ιδεαλισμούς του χιπ χοπ που ωστόσο εμμένουν στην αξία των συλλογικών σχέσεων, με την μορφή της γειτονιάς, της παιδικότητας κλπ, σχέσεις που δέχονται καταλυτική επίθεση απ' τον άγριο καπιταλισμό της παράνομης οικονομίας (προστασία, διακίνηση, κλοπές κλπ). Η δύναμη της gangsta rap έγκειται στο ότι μιλάει για μια υπαρκτή δύναμη μέσα στην κοινωνία, και μάλιστα για την ανώτερη τέτοια. Αλλά γι' αυτό το θέμα τα 'χει γράψει πολύ καλύτερα ο Μαρξ ήδη απ' το 1844:

"Αυτό που υπάρχει για μένα μέσα απ' τον σύνδεσμο του χρήματος, αυτό που μπορεί να πληρώσει το χρήμα, αυτό ακριβώς είμαι εγώ, ο κάτοχος του χρήματος. Οι ιδιότητες του χρήματος είναι δικές μου, εμένα του κατόχου, ιδιότητες και ουσιαστικές δυνάμεις. Έτσι, αυτό που είμαι και αυτό που μπορεί να κάνω, σε καμιά περίπτωση δεν καθορίζεται από την ατομικότητά μου. Είμαι άσχημος, αλλά μπορώ ν' αγοράσω την πιο όμορφη γυναίκα. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν είμαι άσχημος, γιατί το αποτέλεσμα της ασχήμιας, η απωθητική της δύναμη, εξουδετερώνεται από το χρήμα. Είμαι κουτσός, αλλά το χρήμα μου προμηθεύει εικοσι τέσσερα πόδια. Κατά συνέπεια δεν είμαι κουτσός. Είμαι κακός, ανυπόληπτος, ασυνείδητος και κουτός άνθρωπος, το χρήμα, όμως είναι ευυπόληπτο, καί το ίδιο και ο κάτοχός του.

Το χρήμα είναι το μεγαλύτερο καλό, κατ' ακολουθία καί ο κατοχός του είναι καλός. Επιπρόσθετα, το χρήμα με γλυτώνει από τον κόπο να είμαι ανυπόληπτος, έτσι υπολογίζομαι για τίμιος και ειλικρινής. Είμαι άμυαλος, αν όμως το χρήμα είναι ο πραγματικός νους, όλων των πραγμάτων, πώς είναι δυνατό ο κάτοχός του να είναι άμυαλο; Κάτι περισσότερο, ο κάτοχος του χρήματος μπορεί ν' αγοράσει έξυπνους ανθρώπους για λογαριασμό του. Συνεπώς έχει εξουσία πάνω σε έξυπνους ανθρώπους, εξυπνότερους απ' αυτόν. Με το χρήμα μπορώ να έχω κάθε τί που επιθυμεί η ανθρώπινη καρδιά. Δεν είμαι έτσι κάτοχος όλων των ανθρώπινων ικανοτήτων; Δεν αντιστρέφει, λοιπόν, το χρήμα όλες μου τις ανικανότητες σε ικανότητες;

Αν το χρήμα είναι ο δεσμός που δένει εμένα με την ανθρώπινη ζωή και την κοινωνία σε μένα, που συνδέει εμένα με τη φύση και τον άνθρωπο, δεν είναι τότε το χρήμα ο δεσμός όλων των δεσμών; Δεν είναι σε θέση να δέσει και να λύσει όλους τους δεσμούς; Δεν είναι, λοιπόν το καθολικό μέσο του διαχωρισμού; Είναι το πραγματικό στοιχείο του διαχωρισμού και το πραγματικό συγκολλητικό στοιχείο, είναι η χημική δύναμη της κοινωνίας."

Καρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα του 1844 (scribd)

Φυσικά, μια γκανγκστερική εναλλακτική γενικά αποδεικνύεται εξίσου προβληματική με μια μισο-ή-συνολικά-αυτοδιαχειριζόμενη και κάθε άλλη στον καπιταλισμό, καθώς όπως είναι προφανές δεν είναι εφικτό να πλουτίσουν όλοι (είναι εφικτό να πουλάει κάτι νόμιμο ή παράνομο ένας στους δέκα, αλλά αν πουλάνε και οι δέκα σε ποιόν θα το πουλάνε;).

Στην τελική, δεν πρόκειται παρά για αναπαραγωγή του καπιταλιστικού πολέμου όλων εναντίον όλων, με τη διαφορά ότι η διαβρωτική του λειτουργία είναι πολύ αποτελεσματικότερη στην "από τα κάτω" ανίχνευση σχέσεων, αναγκών κι επιθυμιών για να αποικιοποιήσει το εμπόριο (βλ. για παράδειγμα την επίδραση του δικτυακού/πυραμιδοειδούς μάρκετινγκ του μικρεμπορίου μαλακών ναρκωτικών, την καφενειοποίηση της κοινωνικότητας , την ιδιωτικοποίηση της αναψυχής και την απαξίωση του δημόσιου χώρου κλπ).

Βλέπουμε και θα δούμε ξανά, πώς αξίες που αναδεικνύει μια κοινότητα καταπιεσμένων ενάντια στην υποτίμησή της, στρέφονται στη συνέχεια εναντίον της. Εκτός απ' το όπλο της κριτικής πρέπει ν' ακονιστεί και η κριτική των όπλων.